ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Carrossable (route)
Ελληνικά : Αμαξιτός (δρόμος)
Αγγλικά : Carriageable
Γερμανικά : Vehicular (Straße)
Επιστροφή