ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Radical(e) (adj)
Ελληνικά : Δραστικός, Ρηξικέλευθος, Ριζικός
Αγγλικά : Radical
Γερμανικά : Drasisch, Radikale, Spatenstich
Επιστροφή