ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Quitte (adj)
Ελληνικά : Άπαλλαγμένος
Αγγλικά : Rid (of)
Γερμανικά : Erleichtert
Επιστροφή