ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Bauarbeiter
Ελληνικά : Εργαζόμενος στην οικοδομή
Αγγλικά : Construction worker
Γαλλικά : Travailleur en bâtiment
Επιστροφή