ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Capacité
Ελληνικά : Ιδιότητα, Ικανότητα, Χωρητικότητα
Αγγλικά : Capacity
Γερμανικά : Eigenschaft, Kapazität, Vermögen
Επιστροφή