ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Prostituer
Ελληνικά : Εκπορνεύω
Αγγλικά : Prostitute (to)
Γερμανικά : Prostituieren
Επιστροφή