ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Διοχετεύω
Αγγλικά : Canalize (to), Sell (to)
Γαλλικά : Canaliser, Écouler (un stock)
Γερμανικά : Leiten, veräussern
Επιστροφή