ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Canaliser
Ελληνικά : Διοχετεύω, Κατευθύνω (δραστηριότητες, προσπάθειες)
Αγγλικά : Canalize (to)
Γερμανικά : Leiten
Επιστροφή