|
ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ |
Μετάφραση του όρου : Überprüfen
- Ελληνικά : Διερευνώ, Ελέγχω, Επαληθεύω
- Αγγλικά : Check (to), Exercise control over (to), Inquire (to), Investigate (to), Master (to), Verify (to)
- Γαλλικά : Contrôler, Enquêter, Exercer un contrôle sur, Maîtriser, Vérifier
Επιστροφή