ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Progéniture
Ελληνικά : Απόγονοι
Αγγλικά : Offspring, Progeny
Γερμανικά : Nachkommen, Nachkommenschaft
Επιστροφή