ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Primary production
Ελληνικά : Παραγωγή πρώτων υλών
Γαλλικά : Production de matières premières
Γερμανικά : Rohstoffe
Επιστροφή