ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Προβλέπει (νόμος)
Αγγλικά : Make provisions for (to)
Γαλλικά : Prévoir (loi)
Γερμανικά : Vorsehen
Επιστροφή