ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Prevail (to)
Ελληνικά : Επικρατώ, Υπερισχύω
Γαλλικά : Prévaloir
Γερμανικά : Überwiegen, Vorherrschen
Επιστροφή