ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Teilweise
Ελληνικά : Εν μέρει, Μερικός
Αγγλικά : Partial, Partially
Γαλλικά : Partiel(le), Partiellement
Επιστροφή