ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Prêter
Ελληνικά : Δανείζω
Αγγλικά : Lend (to)
Γερμανικά : Leihen
Επιστροφή