ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Preventive
Ελληνικά : Προληπτικό, Προληπτικός
Γαλλικά : Préservateur(trice) (mesures), Préventif(ive)
Γερμανικά : Präventiv, Vorkehr
Επιστροφή