ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Auszahlen
Ελληνικά : Εκταμιεύω
Αγγλικά : Disburse (to)
Γαλλικά : Débourser
Επιστροφή