ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Préposé(e) (n)
Ελληνικά : Υπάλληλος
Αγγλικά : Officer
Γερμανικά : Angestellte
Επιστροφή