ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Prépayé
Ελληνικά : Προπληρωμένος
Αγγλικά : Prepaid
Γερμανικά : Vorausbezahlt
Επιστροφή