ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Préparer
Ελληνικά : Προετοιμάζω
Αγγλικά : Prepare (to)
Γερμανικά : Vorbereiten
Επιστροφή