ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Participate (to)
Ελληνικά : Συμμετέχω
Γαλλικά : Prendre part à
Γερμανικά : Teilnehmen
Επιστροφή