ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Stütze
Ελληνικά : Αντιστήριγμα, Αποκούμπι (μτφ)
Αγγλικά : Buttnes, Prop of old age
Γαλλικά : Bâton de vieillesse, Contrefort (archit)
Επιστροφή