ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Prendre effet
Ελληνικά : Αποκτώ ισχύ, Ισχύω
Αγγλικά : Come into force (to), Take effect (to)
Γερμανικά : Gelten, Gueltig sen, Kraft nehmen, Macht bekommen
Επιστροφή