ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Επισφάλεια
Αγγλικά : Precariousness
Γαλλικά : Précarité
Γερμανικά : Unsicherheit
Επιστροφή