ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Precariousness
Ελληνικά : Αβεβαιότητα, Επισφάλεια
Γαλλικά : Précarité
Γερμανικά : Ungewissheit, Unsicherheit
Επιστροφή