ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Power
Ελληνικά : Δύναμη, Εξουσία, Ισχύς
Γαλλικά : Pouvoir, Puissance
Γερμανικά : Kraft, Macht
Επιστροφή