ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Stopfen
Ελληνικά : Στοιβάζομαι, Στοιβάζω
Αγγλικά : Cram up people into (to), Pile up (to)
Γαλλικά : Entasser (personnes), Entasser (s')
Επιστροφή