ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Provide for (to)
Ελληνικά : Εφοδιάζω, Παρέχω τα αναγκαία, Προβλέπω
Γαλλικά : Pourvoir (aux besoins de), Prévoir
Γερμανικά : Ausstatten, Erwarten
Επιστροφή