ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Poursuivre
Ελληνικά : Καταδιώκω
Αγγλικά : Pursue (to)
Γερμανικά : Verfolgen
Επιστροφή