ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Potential
Ελληνικά : Δυνητικός
Γαλλικά : Potentiel (adj)
Γερμανικά : Potenziell
Επιστροφή