ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Potentat
Ελληνικά : Δυνάστης, μεγιστάνας
Αγγλικά : Potentate
Γερμανικά : Gewaltherrscher
Επιστροφή