ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Stein
Ελληνικά : Λίθος, Πέτρα (για οικοδομικές εργασίες)
Αγγλικά : Building stone, Stone
Γαλλικά : Pierre, Pierre à bâtir
Επιστροφή