ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Porter préjudice à
Ελληνικά : Βλάπτω, Πλήττω
Αγγλικά : Harm (to do somebody )
Γερμανικά : Schaden, Treffen
Επιστροφή