ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Ευέλικτος
Αγγλικά : Versatile
Γαλλικά : Polyvalent(e) (personne)
Γερμανικά : Flexibel
Επιστροφή