ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Polyvalent(e) (personne)
Ελληνικά : Ευέλικτος
Αγγλικά : Versatile
Γερμανικά : Flexibel
Επιστροφή