ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Spezialisiert
Ελληνικά : (Εξ)ειδικευμένος, Με εξειδίκευση
Αγγλικά : Field experience, Specialized
Γαλλικά : Expérience de terrain, Spécialisé
Επιστροφή