ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Φυτεύω
Αγγλικά : Plant (to)
Γαλλικά : Planter
Γερμανικά : Pflanzen
Επιστροφή