ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Coin
Ελληνικά : Κέρμα
Γαλλικά : Pièce de monnaie
Γερμανικά : Münze
Επιστροφή