ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Σωματική διάπλαση
Αγγλικά : Physique
Γαλλικά : Physique (n.) (d'une personne)
Γερμανικά : Körperbau
Επιστροφή