ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Peu peuplé
Ελληνικά : Αραιοκατοικημένος
Αγγλικά : Sparsely populated
Γερμανικά : Dünn besiedelt
Επιστροφή