ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Perturber
Ελληνικά : Διαταράσσω, Ταράζω
Αγγλικά : Disturb (to)
Γερμανικά : Stoeren, Verwirren
Επιστροφή