ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Personnel(le) (adj)
Ελληνικά : Προσωπικός
Αγγλικά : Personal
Γερμανικά : Persönlich
Επιστροφή