ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Brut
Ελληνικά : Ακατέργαστος
Αγγλικά : Raw
Γερμανικά : Rohöl
Επιστροφή