ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Persecuted
Ελληνικά : Καταδιωκόμενος
Γαλλικά : Persécuté
Γερμανικά : Verfolgt
Επιστροφή