ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Pergola
Ελληνικά : Πέργκολα
Αγγλικά : Pergola
Γερμανικά : Pergola
Επιστροφή