ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
schädigen
Ελληνικά : Φθείρω
Αγγλικά : Damage (to)
Γαλλικά : Dégrader
Επιστροφή