ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Sarcity
Ελληνικά : Ανεπάρκεια, Έλλειψη
Γαλλικά : Pénurie
Γερμανικά : Mangel, Unzulaenglichkeit
Επιστροφή