ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Shovel (to)
Ελληνικά : Φτυαρίζω
Γαλλικά : Pelleter
Γερμανικά : Wegschaufeln
Επιστροφή