ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Break
Ελληνικά : Ανάπαυλα, Διάλειμμα, Παύση
Γαλλικά : Pause
Γερμανικά : Erholungspause, Pause
Επιστροφή