ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΩΝ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ
Μετάφραση του όρου :
Πατριώτης
Αγγλικά : Patriotic
Γαλλικά : Patriote (adj) (n.)
Γερμανικά : Patriot
Επιστροφή